Γονείς που μας τα έδωσαν «όλα»
Είναι αλήθεια πως καθώς περνάμε στην ενήλικη ζωή και γινόμαστε πλέον εμείς οι ίδιοι κύριοι του εαυτού μας, αυτό το «Δε θα κάνω εγώ στο παιδί μου τα ίδια λάθη που έκαναν οι γονείς μου σε ‘μένα» ακούγεται όλο και περισσότερο.
Κι αν όντως αυτοί οι γονείς έκαναν τόσα λάθη που μας στιγμάτισαν, μας πλήγωσαν, μας χάρισαν μια δύσκολη παιδική ηλικία, καλά κάνουμε και το λέμε. Αν πάλι τα λάθη αυτά πηγάζουν απ’ το γεγονός ότι κι αυτοί άνθρωποι είναι και κανείς δεν τους εξήγησε πώς να είναι καλοί γονείς, μάλλον θα πρέπει λίγο να αναθεωρήσουμε κάποια πράγματα και να μην είμαστε τόσο σκληροί.
Και γουστάρω πολύ τους ανθρώπους που όντως αναθεωρούν. Που έχουν το θάρρος να πουν «Κι οι δικοί μου λάθη έκαναν, αλλά ήταν πολύ καλοί γονείς». Είναι άνθρωποι που ξέρουν να σέβονται και να εκτιμούν. Και παρότι φαίνεται εδώ να επαινώ τα παιδιά για την τόλμη τους και το ήθος τους, τα συγχαρητήρια ωστόσο πρέπει να δοθούν στους γονείς τους, καθώς ανήκουν στην κατηγορία
«Γονείς που μας τα έδωσαν όλα», όπως συνηθίζω να λέω.
Αυτοί οι γονείς, είναι οι γονείς «διαμάντια», όπως επίσης αγαπώ να τους χαρακτηρίζω, κι είναι οι γονείς που όλοι εύχομαι να είχατε κι οι γονείς που όλοι εύχομαι να γίνετε. Αυτό το «μας τα έδωσαν όλα» δεν έχει παρεξηγηθεί και λίγες φορές.
Το «όλα» καμία σχέση δεν έχει με υλικά αγαθά. Δε μας έδωσαν ατέλειωτα παιχνίδια, κινητά και tablet, χρήματα κι ελευθερίες. Δε μας έκαναν κάθε εγωιστικό χατίρι, ούτε τους κάναμε ό,τι θέλαμε με τα πείσματα, τα μούτρα και τα κλάματά μας. Μας φώναξαν όταν έπρεπε, δεν είναι από εκείνους που δεν υψώνουν τη φωνή.
Μας έβαλαν και τιμωρία, μας στενοχώρησαν κι ας μην καταλαβαίναμε τότε πως είναι για το καλό μας. Κι αν λέγαμε σαν παιδιά ότι καλύτεροι γονείς είναι του Κωστάκη γιατί του παίρνουν συνέχεια δώρα, τώρα ξέρουμε. Αυτό το «όλα» λοιπόν, έχει να κάνει με συναισθήματα. Ή μάλλον μ’ ένα μόνο συναίσθημα, την αγάπη.
Οι καλύτεροι γονείς είναι αυτοί που έδωσαν στα παιδιά τους τόση αγάπη που έφτανε και γι’ άλλους εκατό. Τόση αγάπη που τα παιδιά αυτά έχουν μάθει να πορεύονται πλέον και στην ενήλικη ζωή με γνώμονα αυτήν.
Κι οι φωνές κι οι τιμωρίες κι οι τσακωμοί από αγάπη ήταν κι αυτοί κι ας μην ήμασταν σε θέση τότε να το πάρουμε χαμπάρι.
Μας τα έδωσαν όλα μέσα από χάδια, από μια γλυκιά κουβέντα, από ένα «Μας έκανες περήφανους» κι από ένα «Καληνύχτα, σ’ αγαπάμε».
Πρόκειται για γονείς που πιθανότατα να μην είχαν τη δυνατότητα να μας αγοράσουν τα πάντα. Μας έκαναν όμως να νιώθουμε ότι τα έχουμε. Είναι οι γονείς που έκαναν θυσίες για να μας μεγαλώσουν, στερήθηκαν αυτοί πολλά βασικά πράγματα για να τα έχουμε εμείς.
Κι αν τώρα τους ακούσεις να μιλάνε, συνήθως θα πουν «Ε, δεν ήμασταν κι οι καλύτεροι» γιατί δεν έχουν καταλάβει ακόμα πόσο τέλειοι ήταν. Γιατί θα ήθελαν να μας είχαν δώσει κι άλλα κι άλλα κι ακόμη περισσότερα, τόσα που ποτέ δεν τελειώνουν ακριβώς επειδή τίποτα δεν κρατάνε για τους ίδιους, όλα σ’ εμάς τα χαρίζουν.
Αυτά που έδωσαν όμως, τώρα ξέρουμε ότι ήταν υπεραρκετά. Οι γονείς αυτοί, με άλλα λόγια, δεν μπόρεσαν να μας δώσουν «Και του πουλιού το γάλα» γιατί δεν το είχαν. Σίγουρα το κυνήγησαν όμως, περισσότερο κι απ’ όσο άντεχαν, και στενοχωρήθηκαν περισσότερο από εμάς που δε μας το έδωσαν και στενοχωριούνται ακόμη κι ας μεγαλώσαμε.
Κι ας τους λέμε ότι δεν το θέλαμε, αυτοί αισθάνονται τύψεις και δεν ξέρω αν θ’ απαλλαχθούν ποτέ απ’ αυτές. Αν κάτι μας έδωσαν ωστόσο, για να το πούμε απλά, αυτό είναι «και το βρακί τους το ίδιο».
Ό,τι μα ό,τι είχαν και ό,τι μα ό,τι καλύτερο μπορούσαν.
Τι μπορεί να συγκριθεί μ’ αυτό; Ήταν δίπλα μας κάθε φορά που τους χρειαστήκαμε. Ξαγρύπνησαν πάνω απ’ τα κρεβάτια μας, πόνεσαν τα πόδια τους να μας περιμένουν έξω απ’ το σχολείο, να μας μαζεύουν από κάθε βόλτα μας, να μας πηγαίνουν φροντιστήριο.
Κουράστηκαν με τις βλακείες μας, νευρίασαν με την αχαριστία μας, πονούσαν κάθε φορά που ξεσπούσαμε πάνω τους, όμως δεν είπαν τίποτα και συνέχισαν το έργο τους.
Είναι γονείς που έσφιξαν τα δόντια σε κάθε δυσκολία και κότσαραν κι ένα χαμόγελο για να μην καταλάβουμε τίποτα εμείς. Μας χάρισαν ανεκτίμητες στιγμές, πολλά γέλια και μια ευτυχισμένη παιδική ηλικία. Μπορεί να είχαμε μερικά παιχνίδια λιγότερα απ’ τον Κωστάκη, μα σίγουρα δεν είχαμε τα συναισθηματικά κενά που είχε εκείνος.
Γ’ αυτό μάλλον δεν είναι οι γονείς μας αυτοί που πρέπει να ζητήσουν συγγνώμη γι’ αυτά που δε μας έδωσαν, αλλά εμείς εκείνοι που πρέπει να τους πούμε ένα μεγάλο ευχαριστώ για όλα όσα έκαναν.