Χριστουγεννιάτικα ποιήματα
ΜΗ ΛΕΤΕ ΠΩΣ ΔΕ ΞΕΡΩ
Μη λέτε πως δε ξέρω
κι εγώ που ‘μαι μικρός
πως μια γαλάζια νύχτα
γεννήθηκε ο Χριστός.
Μη λέτε πως δε ξέρω
πως μ’ αγαπά πολύ
γι αυτό κι εγώ του στέλνω
ένα γλυκό φιλί
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Χριστούγεννα σιμώνουν
μεγάλη εορτή,
χαρά σ’ όλο τον κόσμο,
χαρά σ’ όλη τη γη.
Στο δέντρο του Χριστού μας
ολόχαρα, παιδιά,
εμπρός ας τραγουδάμε,
μ’ αγάπη στην καρδιά !
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Oι καμπάνες τι χαρά.
Κάθε χρόνο μια φορά
`Αγια μέρα προμηνάνε,
σαν χτυπάνε.
Κι ο καθένας μας θα βγει
τυλιγμένος την αυγή,
στα καλά τα γιορτινά του,
τη χαρά του.
Μες στην εκκλησιά ορθός
πως γεννήθηκε ο Χριστός,
θε ν’ ακούσει όλη η κτίση
θα σκιρτήσει.
Οι καμπάνες, τι χαρά.
Κάθε χρόνο μια φορά
`Αγια μέρα προμηνάνε,
σαν χτυπάνε.
Χριστουγεννιάτικα ποιήματα
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΖΕΙ
Ο καιρός χριστουγεννιάζει
πέφτει στόλισμα το χιόνι.
Πράσινο άρωμα του ελάτου,
πόλεις και χωριά κυκλώνει.
Κι ο καιρός χριστουγεννιάζει.
Κάθε τόσο μια καμπάνα
δίνει μήνυμα στον κόσμο:
Σπήλαιο, γιος, αστέρι, μάνα.
Κι ο καιρός χριστουγεννιάζει.
Κάποιο φέρνει ουράνιο χέρι
την αγάπη-αρνί κοντά μας,
την ειρήνη-περιστέρι.
Φως και κρύσταλλα κι αχτίδες,
κι όλη η πλάση τρεμουλιάζει.
Χιόνι φτερουγούν οι αγγέλοι,
κι όσο πάει, χριστουγεννιάζει
ΟΙ ΚΑΜΠΑΝΕΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
Χαρούμενα οι καμπάνες
απόψε θα χτυπήσουν
τη γέννησή σου σ’ όλους
Χριστέ, θα διαλαλήσουν.
Στις εκκλησιές θα πάνε
παιδιά, νέοι και γέροι
κι από ψηλά θα φέγγει
το μαγικό τα’ αστέρι.
Γονατιστοί στη φάτνη
όλοι θα προσκυνήσουν
και στο Χριστό για δώρο
αγάπη θα χαρίσουν.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ
Μες στην αχνόφεγγη βραδιά
πέφτει ψιλό ψιλό το χιόνι
γύρω στην έρμη λαγκαδιά
στρώνοντας κάτασπρο σεντόνι.
Ούτε πουλιού γρικάς λαλιά
ούτ’ ένα βέλασμα προβάτου
λες κι απλωμένη σιγαλιά
είν’ εκεί ολόγυρα θανάτου.
Μα ξάφνου πέρα απ’ το βουνό
γλυκός σημάντρου ήχος γρικιέται,
ωσάν βαθιά απ’ τον ουρανό
μέσα στη νύχτα να σκορπιέται.
Κι αντιλαλεί τερπνά τερπνά
γύρω στην άφωνη την πλάση,
και το χωριό γλυκοξυπνά
την άγια μέρα να γιορτάσει.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Είναι μέρα χαρμόσυνη τούτη
εγεννήθη του κόσμου το φως,
χαίρετ’ όποιος μεγάλα έχει πλούτη
τραγουδάει και χορεύει ο φτωχός.
Τα παιδιά μ’ ανυπόμονους κρότους
την καινούρια ζητούν φορεσιά,
πού ‘χαν φτάσει να δουν στα όνειρό τους,
πού ‘χ’ η μάνα ετοιμάσει γι αυτά.
Χαίροντ’ όλοι το βλέπω άλλ ‘εσβήστει
από κρύα παγωμένη πνοή
στις ψυχές των ανθρώπων η πίστη
κι είναι τώρα η χαρά τους τυφλή.
Στα σκοτάδια του κόσμου μια μέρα
πάλι εκείνη σαν άστρο ας φανεί
που τους Μάγους οδήγησε πέρα
να λατρέψουν το ουράνιο παιδί.
Χριστουγεννιάτικα ποιήματα
Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Ήταν μια νύχτα φωτισμένη
Μια αστροφεγγιά, μια ξαστεριά
Κι ήταν θαρρείς αδελφωμένα
‘Ανθρωποι, δέντρα και θεριά.
Είχε κινήσει κι ένα αστέρι
Απ’ τη βαθιά Ανατολή
κι ουρανοδρόμιζε να φέρει
στη Γη το φέγγος το πολύ.
Ένα γαλήνιο καραβάνι,
τρεις Μάγοι πάνε βιαστικά,
σμύρνα, χρυσάφι και λιβάνι,
δώρα κρατούν ευλαβικά.
Στη Βηθλεέμ έχουνε φτάσει
από πορεία μακρινή.
Βρίσκουν αλλιώτικη την πλάση.
Είχαν ανοίξει οι Ουρανοί
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Ξημέρωσαν Χριστούγεννα. Οι εκκλησιές σημαίνουν,
κουνιούνται τα καμπαναριά και οι φωνές που βγαίνουν
απ’ το βαθύ το διάπλατο κάθε καμπάνας στόμα,
μοιάζουν χερουβικούς ψαλμούς. Σαν απ’ ουράνιο δώμα.
Χιλιάδες τα χριστούγεννα τα τραγουδούν αγγέλοι
και κάθε αχτίδα από ψηλά που κάθε αστέρι στέλλει
μοιάζει αγγελική ματιά. Θρησκεία. Γλυκειά μάνα.
Τι όμορφη δίνεις εσύ λαλιά και στη καμπάνα
και πόσο εκείνη η λαλιά σαλεύει στην καρδιά μας.
Πόσες εκείνος ο σταυρός απ’ τα καμπαναριά μας,
στην αντηλιάδα χύνοντας τόσες χρυσές αχτίδες,
χύνει βαθιά μας στη ψυχή, γλυκιές χρυσές ελπίδες.
Κι οι δυο εκείνες χαραυγές που άγγελο κατεβαίνουν
μέσ’ απ’ τον ουρανό ψηλά κι έρχονται και σημαίνουν
Χριστούγεννα κι Ανάσταση ω τι μυστήριο χύνουν,
τι χαραυγούλες είν’ αυτές, πόση ζωή μας δίνουν.