Όταν αγαπάμε την Παναγία, πολλή ευλογία θα έχουμε στην ψυχή μας.
Γιατί μας νοιάζεται, μεσιτεύει στον Θεό και γίνεται ζητιανούλα.
Πηγαίνει στον καθένα και χτυπά την πόρτα και ζητάει τροφή και του λέει: «Πήγαινε στα παιδάκια μου που δεν έχουν». Είδατε προχθές, μόλις έλειψε το αλεύρι, αμέσως έστειλε κάποιος που μου είπε: «Γερόντισσα, είμαι στο πλευρό σου, ότι θέλεις να μου λες».
Συγκινήθηκα, από την άκρη του κόσμου να σου λέη: «ότι θέλεις». Που πήγε και κτύπησε η Παναγία! Και με έπιασε ένας κλαυθμός και έλεγα: «Κυρία και Δέσποινα, δεν μας αφήνεις να στερηθούμε!».
Όσο την εργαζόμαστε και χωρίς να πάμε πουθενά, ούτε να τρέξουμε ούτε πόρτα να χτυπήσουμε, τόσο εκείνη πάει και χτυπάει, τακ-τακ και λέει: «τα παιδιά μου έχουν ανάγκη από αυτό». Θέλει μόνο να Την ευλαβούμεθα και να έχουμε σ’ Αυτήν πολλή πίστι και αγάπη. Να λέμε όπως έλεγε ο π. Απόστολος που ήταν στην Κανάλα: «Τι λες, Γερόντισσα;
Από τα κροσσάκια Της να κρεμασθούμε. Απ’ τα κροσσάκια Της θα κρεμασθής, Γερόντισσα». Έτσι, από τα κροσσάκια Της θα κρεμασθούμε και θα πάμε και στον Παράδεισο. Μας δίνει τα επίγεια, αλλά να μη μας στερήση τα ουράνια· να μας τα δώση όλα, και τα επίγεια και τα ουράνια.
Ο νους μας να είναι στον ουρανό, εκεί να βρίσκεται, πότε να τον πηγαίνουμε στον θρόνο του Χριστού, πότε στης Παναγίας, πότε στα κάλλη του Παραδείσου. Αν εδώ είναι κάτι που μας ενθουσιάζει και λέμε: «τι ωραίο!», σκεφτήτε εκεί στον ουρανό τι γίνεται!
Σε αυτά να αδολεσχούμε, να μη μας περδικλώνη ο διάβολος με τα τετριμμένα: «εκείνη με στραβοκοίταξε, εκείνη μου είπε εκείνο, εκείνη μου είπε το άλλο, γιατί να μου το πη»· τίποτε, συγχώρα. Ο διάβολος κοιτάζει τι να κάνη, πώς να μας απασχολήση.
Όταν αγαπάμε την Παναγία, πολλή ευλογία θα έχουμε στην ψυχή μας.
Και βάζει ένα άνθρωπο να μας στραβοκοιτάξη π.χ., και μπορεί να έχη αυτός άλλο λογισμό και σε μας να φανή ότι μας στραβοκοίταξε, για να κάνη ο διάβολος το κέφι του και να φύγη η προσευχή από τον Θεό και να μας πάρη τον νου μας από εκεί που τον έχουμε καρφωμένο. Ξέρεις τι είναι αυτό;
Εκεί που είναι καρφωμένος και είναι στον Παράδεισο και απολαμβάνει τα μεγαλεία του Θεού, κοιτάζει ο διάβολος να μας πάρη από ‘κει που είμαστε.
Όταν εμείς έχουμε αυτή την θεωρία όλη την ημέρα στον νου μας, τον νου μας τον έχουμε στον Παράδεισο, τον έχουμε στην Κόλασι, τον παίρνομε από ‘δω, τον πάμε εκεί, τότε ο διάβολος κοιτάζει να μας αποσπάση· η μία θα πη μία κουβέντα, η μία θα μεγαλοφωνήση, ή άλλη θα θυμώση, για να μας αποσπάση από το μεγαλείο αυτό που απολαμβάνουμε εκείνη την στιγμή.
Όταν ο άνθρωπος είναι σε θεωρία, η Χάρις του Θεού πολύ τον βοηθάει να λέη την «ευχή» και τον χαριτώνει. Να έχουμε τα πόδια μας κλειστά, ενωμένα, όταν κάνουμε προσευχή, όπως ο στρατιώτης πάει να σταθή στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτου και στέκεται με τόση προσοχή.
Απόσπασμα από το βιβλίο: Γερόντισσα Μακρίνα Βασσοπούλου 1921-1995, Λόγια Καρδιάς, Έκδοσις Ι.Μ. Παναγίας Οδηγήτριας, Πορταριά Βόλου, σελ. 293-294