Εορτάζοντες την 5η Ιανουαρίου
Των Αγίων Θεοπέμπτου, Θεωνά, Συγκλητικής, Γρηγορίου του εν τω Ακρίτα, Φωστηρίου, Δομνίνης κ.ά.
Τω αυτώ μηνί Ε’, μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Θεοπέμπτου και Θεωνά (1).
Εις τον Θεόπεμπτον.
Όπως τελευτά Θεόπεμπτος ειπάτω.
Αθλών τελευτώ, την κάραν τμηθείς ξίφει.
Εις τον Θεωνάν.
Λάκκω Θεωνάς Μάρτυς εν κατωτάτω,
Έθεντό μ’ εκραύγαζε, το ψαλτηρίου.
Πέμπτη εκ ξίφεος λίπε τόνδε βίον Θεόπεμπτος.
Ούτος ο Άγιος Μάρτυς Θεόπεμπτος, ήτον Επίσκοπος κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει σϞ’ [290]. Όταν γαρ ο ρηθείς τύραννος εκίνησε διωγμόν κατά των Χριστιανών, τότε και ο Άγιος ούτος πρώτος ωμολόγησε τον Χριστόν, και έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανον. Πιασθείς γαρ και παρασταθείς έμπροσθεν εις τον Διοκλητιανόν, ήλεγξε την πλάνην αυτού. Όθεν και βάλλεται μέσα εις ένα φούρνον αναμμένον, και από εκεί ευγαίνει σώος και αβλαβής.
Έπειτα εύγαλαν τον ένα του οφθαλμόν. Και μετά ταύτα έδωκαν εις αυτόν και έπιε θανατηφόρα φαρμάκια. Επειδή δε εφυλάχθη αβλαβής υπό της χάριτος του Θεού, δια τούτο ετράβιξεν εις την πίστιν του Χριστού τον τα φαρμάκια κατασκευάσαντα μάγον, Θεωνάν ονομαζόμενον. Αφ’ ου δε έπαθε και άλλα όμοια βάσανα, απεκεφαλίσθη, και έλαβεν ο αοίδιμος του μαρτυρίου τον στέφανον. Ο δε Θεωνάς εβάλθη μέσα εις ένα λάκκον επίτηδες κατασκευασθέντα. Και επειδή ερρίφθη επάνω εις την κεφαλήν του χώμα πολύ, τούτου χάριν εχώθη όλος, και ούτω παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού.
(1) Σημείωσαι, ότι κατά την ημέραν ταύτην, ήτις εστί παραμονή των Φώτων, συνειθίζεται να αναγινώσκεται εν τοις ευαγέσι Μοναστηρίοις του Όρους, και μάλιστα εν τω Κοινοβίω του Διονυσίου, η του Μεγάλου Βασιλείου προτρεπτική ομιλία εις το Βάπτισμα, ης η αρχή· «Ο μεν σοφός Σολομών».
*
Εορτάζοντες την 5η Ιανουαρίου
Τη αυτή ημέρα μνήμη της Οσίας Συγκλητικής.
Συγκλητική λιπούσα δουλείαν βίου,
Κλητοίς Θεού σύνεστι δούλοις εν πόλω.
Αύτη η Αγία Συγκλητική ήτον εν έτει από Χριστού τμ’ [340], καταγομένη από γένος ένδοξον και περιβόητον, δια τον πλούτον και την ευσέβειαν οπού είχεν. Επειδή δε ήτον ωραία και πλουσία, δια τούτο πολλοί εζήτουν να λάβουν αυτήν εις γυναίκα. Αυτή όμως η μακαρία έδιδε περισσότερον τον εαυτόν της εις τον πόθον και έρωτα του Θεού.
Όθεν και τελείως αφήσασα τας φροντίδας του κόσμου, εγύρισεν όλην την σπουδήν της εις την της αρετής άσκησιν και επίδοσιν. Νικήσασα δε τον εχθρόν Διάβολον, προ του ακόμη να αποθάνη, εξεδήμησεν εις τον Θεόν δια της του νοός θεωρίας. Εις το τέλος δε της ζωής της, εζήτησεν αυτήν από τον Θεόν, ο πειράζων Διάβολος, δια να την πληγώση με σωματικήν ασθένειαν: καθώς ποτε εζήτησε και τον δίκαιον Ιώβ. Όθεν καθώς εκείνον επλήγωσεν, έτζι και την μακαρίαν ταύτην επλήγωσε με δεινάς αρρωστίας.
Και με τόσας πληγάς ανιάτους, ώστε οπού εσάπησεν όλον το σώμα της. Πλην δεν εσυγκατέβη τελείως η αρρενόφρων, από τον τόνον και την ακρίβειαν της αρετής και ασκήσεως. Και μόλον οπού ήτον ογδοήκοντα χρόνων γερόντισσα. Όθεν μέσα εις τοιούτους μαρτυρικούς πόνους και αγώνας ευρισκομένη, προς Κύριον εξεδήμησεν (2).
(2) Της Αγίας Συγκλητικής ταύτης τον κατά πλάτος Βίον, συνέγραψε μεν ο Μέγας Αθανάσιος ο Αλεξανδρείας, μετέφρασε δε η εμή αδυναμία. Ευρίσκεται δε εις το Νέον Εκλόγιον. Λέγουσι δέ τινες, ότι αύτη είναι η παρθένος εκείνη, οπού είχε κεκρυμμένον τον Άγιον Αθανάσιον έξι χρόνους μέσα εις ένα πηγάδι.
*
Εορτάζοντες την 5η Ιανουαρίου
Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Γρηγορίου του εν τω Ακρίτα.
Ο Γρηγόριος αρεταίς λάμψας μέγα,
Λαμπρώς μεταστάς, και μέγα πλουτεί κλέος.
Ούτος ο Άγιος εκατάγετο από την περιβόητον νήσον της Κρήτης, υιός γονέων ευσεβεστάτων, καλουμένων Θεοφάνους και Ιουλιανής. Αφ’ ου δε διέτριψε καιρόν αρκετόν εις τα μαθήματα, επροστάχθη ύστερον υπό των γονέων του να βόσκη πρόβατα. Ανάψας δε μίαν φοράν από τον θεϊκόν ζήλον και έρωτα, ανεχώρησεν από την πατρίδα του, και επήγεν εις την Σελεύκειαν. Εκεί δε περάσας ολίγον καιρόν, εζούσεν ο αοίδιμος με ψωμί μόνον ολιγώτατον και νερόν.
Όταν δε έφθασεν εις τον εικοστόν έκτον χρόνον της ηλικίας του, τότε ο εικονομάχος Λέων ο Αρμένιος απέρριψε την ζωήν του, ο βασιλεύσας εν έτει ωιγ’ [813], και η Ορθοδοξία επαρρησιάσθη. Τότε λοιπόν και ο Όσιος ούτος επήγεν εις τα Ιεροσόλυμα, αγαπώντας να προσκυνήση κάθε τόπον άγιον. Όσα δε εκεί υπέμεινε δεινά από τους Αγαρηνούς και Εβραίους, εις διάστημα δώδεκα ολοκλήρων χρόνων, αδύνατον είναι να τα γράψη τινάς, θέλωντας να φυλάξη την συντομίαν.
Από τα Ιεροσόλυμα δε αναχωρήσας, επήγεν εις την Ρώμην, και εκεί λαμβάνωντας το αγγελικόν σχήμα των Μοναχών, εδάμαζε το σώμα του με την εγκράτειαν. Αφ’ ου δε απέθανεν ο βασιλεύς Σταυράκιος, και έγινε βασιλεύς Μιχαήλ ο Κουροπαλάτης και Ραγκαβέ, ο βασιλεύσας εν έτει ωια’ [811], Πατριάρχης δε Κωνσταντινουπόλεως έγινεν ο Άγιος Νικηφόρος: τότε εστάλθη εις την Ρώμην προς τον αγιώτατον Πάπαν Μιχαήλ Συνάδων ο Ομολογητής. Ο οποίος ευρών εκεί τον Όσιον Γρηγόριον τούτον, επήρεν αυτόν μαζί του, όταν εγύριζεν εις την Κωνσταντινούπολιν, και έφερεν αυτόν εις το Μοναστήριον, το ευρισκόμενον εν τόπω Ακρίτα.
(Ο τόπος δε ούτος ευρίσκεται κοντά εις την Χαλκηδόνα, και τώρα ονομάζεται κάβο Ακρίτα.) Και εσυναρίθμησεν αυτόν με τους εκεί ευρισκομένους Μοναχούς. Εκεί λοιπόν ο Όσιος ευρισκόμενος, εζούσεν ανυπόδητος και με ένα μόνον υποκάμισον, κοιμώμενος επάνω εις ένα ψαθί, και τρώγωντας και πίνωντας εις δύω ή τρεις ημέρας, ολιγώτατον ψωμί και νερόν. Είτα εγκλείσας τον εαυτόν του μέσα εις ένα λάκκον βαθύτατον, εκεί μέσα εθρήνησε πολλούς χρόνους την γενομένην ταραχήν εις την Εκκλησίαν του Χριστού, δια την αθέτησιν των αγίων εικόνων.
Ύστερον δε ευγαίνωντας από τον λάκκον, εγκλείεται μέσα εις ένα κελλίον στενώτατον, σκεπόμενος από ένα δερμάτινον υποκάμισον. Γεμίζωντας δε από νερόν ένα πιθάρι μεγάλον οπού ευρίσκετο εις τον κήπον, εύγανε την νύκτα το υποκάμισόν του, και έμβαινε μέσα εις το πιθάρι. Και εκεί ευρισκόμενος, ανεγίνωσκεν όλον το Ψαλτήριον. Όταν δε αυτό ετελείονε, τότε εύγαινεν έξω. Και έτζι έκαμνεν εις όλας τας ημέρας της ζωής του. Με τοιούτους λοιπόν αγώνας καλώς αγωνιζόμενος ο μακάριος, παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού.
*
Εορτάζοντες την 5η Ιανουαρίου
Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Φωστηρίου.
Φωστήρ ο Φωστήριος όντως ωράθη,
Τω φωτί του βίου τε και των θαυμάτων.
Ούτος ο εν Αγίοις Πατήρ ημών Φωστήριος, λάμψας από την Ανατολήν ωσάν ήλιος, επήγεν εις τα εσπέρια μέρη της Δύσεως. Αναβαίνωντας δε επάνω εις ένα βουνόν υψηλόν και ήσυχον, αΰλως εις τον άϋλον Θεόν επροσηύχετο, υποπιάζων και δουλαγωγών τον εαυτόν του με νηστείας, με αγρυπνίας, με χαμευνίας, και με κάθε άλλην σκληραγωγίαν. Όθεν εκ τούτων έγινεν αληθώς φωστήρ συμφώνως με το όνομά του, λάμπων την οικουμένην. Επειδή γαρ εφύλαττε το σώμα αγνόν, και την ψυχήν καθαράν, και ετήρησε το κατ’ εικόνα αμόλυντον όσον ήτον δυνατόν, δια τούτο έγινε καταγώγιον του Αγίου Πνεύματος.
Όθεν και επλούτησεν ο αοίδιμος την χάριν των θαυμάτων, και ιάτρευε κάθε πολυχρόνιον ασθένειαν, και κάθε ολιγοχρόνιον εκείνων, οπού προσήρχοντο εις αυτόν μετά πίστεως. Ου μόνον δε ταύτα, αλλά και άρτον εδέχετο από τους ουρανούς ο μακάριος, καθώς και ο Προφήτης Ηλίας. Πλην ο μεν Ηλίας, ελάμβανε τον άρτον δια μέσου του κόρακος. Ο δε μέγας ούτος Φωστήριος, ελάμβανε τον άρτον δια μέσου θείου Αγγέλου. Αγκαλά και δεν έβλεπεν αυτόν δια κάποιαν θείαν οικονομίαν, καθ’ εκάστην γαρ ημέραν φέρων τον άρτον ο Άγγελος, έβαλλεν αυτόν εις ένα ξεχωριστόν τόπον χωρίς να φαίνεται εις τον Άγιον, ανίσως δε ήρχοντο εις αυτόν δύω και τρεις, ή περισσότεροι αδελφοί ξένοι, κατά τον αριθμόν των αδελφών, τόσοι και οι άρτοι ευρίσκοντο εις τον διωρισμένον τόπον.
Ποίος ποτέ είδε τοιούτον θαύμα εξαίσιον; ή ήκουσε τοιούτον παράδοξον; σπανιάκις γαρ, και εις πολλά σπανίους Αγίους τούτο ηκολούθησε. Πλην δεν αξιώθη ο μακάριος Φωστήριος το τοιούτον θαυμάσιον έως τέλους της ζωής του, καθώς εφάνη εύλογον εις την θείαν Πρόνοιαν. Όταν μεν γαρ ήτον κατά μόνας, ησυχάζων και σχολάζων εις μόνον τον Θεόν, τότε έφερεν αυτώ τον άρτον ο Άγγελος. Όταν δε εσύστησε Μοναστήριον με την χάριν του Θεού, και εσυνάθροισε πολλούς Μοναχούς, τότε δεν εδέχετο πλέον τον άρτον από τον Θεόν.
Αλλά από το εργόχειρόν του επορίζετο, όχι μόνον τα εδικά του προς το ζην αναγκαία, αλλά και εις άλλους πολλούς έδιδε τα προς την χρείαν. Και τούτο εγίνετο, όχι πως ο Θεός αδυνάτησεν. Άπαγε της βλασφημίας! πώς γαρ ήθελεν αδυνατήση να δίδη εις ένα τα προς την χρείαν εκείνος, οπού έθρεψεν εν τη ερήμω τόσας χιλιάδας των αχαρίστων Εβραίων; Αλλ’ ουδέ τούτο εγίνετο, διατί ο Θεός απεστράφη την προσευχήν του δούλου του. Μη γένοιτο! επειδή ο Όσιος δεν επροσευχήθη ποτέ δια να του δώση ο Θεός φαγητά απολλυμένα. Ήκουε γαρ του Κυρίου λέγοντος· «Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού, και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν» (Ματθ. ς’, 33).
Αλλά τούτο εγίνετο, επειδή, πρότερον μεν, επρόσεχεν ο Όσιος όλος διόλου εις τον Θεόν, και τελείως δεν εφρόντιζεν ούτε δι’ αυτήν την αναγκαίαν τροφήν. Και προς τούτοις, δεν είχε κανένα υπηρέτην εις το να φροντίζη περί του άρτου του, όθεν εξ ανάγκης εχρειάζετο εις τούτο την παρά του Θεού συνεργίαν. Μετά ταύτα δε, επειδή εστοχάσθη να οδηγήση και άλλους εις την κατά Θεόν πολιτείαν και άσκησιν, δια τούτο εργοχείρει και έδιδεν εις τους αδελφούς παράδειγμα του να εργοχειρούν και αυτοί. Και λοιπόν δεν εχρειάζετο πλέον την άνωθεν ερχομένην τροφήν. Τούτο γαρ και ο Θεός θέλει και αποδέχεται προτίτερα από όλα τα άλλα: ήτοι το να μην είμεθα παντάπασιν αργοί και να τρώγωμεν δωρεάν τον άρτον μας.
Αλλά το να εργαζώμεθα, και εκ του ιδίου έργου και κόπου μας να δίδωμεν και εις τους άλλους τα προς την χρείαν. Δια τούτο λοιπόν, πρότερον μεν ο Άγιος ούτος ελάμβανε δι’ Αγγέλου τροφήν, ύστερον δε υστερήθη ταύτην. Και ου μόνον τούτο, αλλά και επροστάχθη υπό του Θεού, να μη λαμβάνη από κανένα άνθρωπον τα προς την χρείαν. Αλλά από το εργόχειρόν του να ευγάνη πάντα τα αναγκαία της ζωής του. Ίνα διδάσκη τους μαθητάς του, όχι μόνον με τον λόγον, αλλά και με το έργον. Και να δείχνη εις αυτούς το να καταγίνωνται εις το εργόχειρον, και εις την ιεράν προσευχήν.
Ούτος ο μακάριος, επειδή τω τότε καιρώ εφύτρωσεν αίρεσις εις την του Θεού Εκκλησίαν, και πολλοί Πατέρες εσυνάχθησαν δια να κάμουν Σύνοδον περί αυτής, τότε λέγω και ο Φωστήριος ούτος προσκαλεσθείς εις την Σύνοδον, δεν επαραιτήθη. Αλλά επαραστάθη και αυτός εις αυτήν, και ποιήσας ανδραγαθίαν, εθαυμάστωσε το όνομά του. Πολλοί μεν γαρ αιρετικοί από τους λόγους του παρακινηθέντες, επέστρεψαν από τας αιρέσεις των εις την Ορθοδοξίαν. Οι δε περισσότεροι, πειθόμενοι εις τας διδασκαλίας του, έγιναν Μοναχοί. Και απλώς ειπείν, πολλαί θαυματουργίαι δια μέσου του Αγίου τούτου έγιναν, όχι μόνον όταν έζη, αλλά και μετά την αποβίωσίν του, ήτις ηκολούθησε κατά το εσπέρας της πέμπτης ταύτης ημέρας του Ιαννουαρίου.
*
Εορτάζοντες την 5η Ιανουαρίου
Ο Άγιος Μάρτυς Σάϊς, εν θαλάσση βληθείς, τελειούται.
Ήλθον θαλάσσης εις βάθη λέγει Σάϊς,
Φυγών τα ποντίζοντα της πλάνης βάθη.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Θεόειδος, υπό δημίων καταπατούμενος, τελειούται.
Πόδες πατούντες σαρκίον Θεοείδου,
Ψυχήν αποθλίβουσι ληνώ του πόλου.
*
Η Οσία Δομνίνα (3) εν ειρήνη τελειούται.
Χαρίζεταί σοι την άνω κληρουχίαν,
Δομνίνα σαρκός η κάτω κακουχία.
(3) Εν δε τω τετυπωμένω Συναξαριστή Δόμνα ονομάζεται αύτη.
*
Η Οσία Τατιανή εν ειρήνη τελειούται.
Τατιανή τακείσα νηστείαις πάλαι,
Νυν Αγγέλοις σύνεστι νηστείας φίλοις.
*
Ο Άγιος νέος Οσιομάρτυς Ρωμανός ο από Καρπενησίου, εν Βυζαντίω μαρτυρήσας κατά το ͵αχϞδ’ [1694] έτος, ξίφει τελειούται.
Ήθλησεν όντως Ρωμανός ρωμαλέως,
Ρώμην άμαχον εκ Θεού δεδεγμένος (4).
(4) Το Μαρτύριον αυτού όρα εις το Νέον Μαρτυρολόγιον.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
koinoniaorthodoxias.org
Δείτε κι άλλα θέματα ΕΔΩ
Κάντε like στη σελίδα μας στο Facebook και ακολουθήστε μας στο Twitter και στο Instagram
Ευχαριστούμε για την επίσκεψη. Με αγάπη